ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Η Τσαριτσάνη από περιγραφές άγγλων περιηγητών του 19ου αιώνα

>> 30.3.10

Ζούμε αναμφισβήτητα σε μια κοινωνία όπου η ανεκτικότητα του διαφορετικού, ως όρος συμβίωσης, επιβάλλεται εκ των ων ουκ άνευ. Ολοένα και μεγαλύτερη απήχηση βρίσκει η άποψη, ότι για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε τον άλλον. Η αυτεπίγνωση δεν έρχεται με την εσωστρέφεια και την ομφαλοσκόπηση παρά με την κατανόηση της ετερότητας που μας περιβάλλει. Ο εαυτός μας είναι ο μεγάλος άγνωστος, δεν μπορούμε από μόνοι μας να επιτύχουμε το ‘γνώθι σαυτόν’, τον μαθαίνουμε μέσα απ’ τις αντιδράσεις των άλλων στην συμπεριφορά μας. Όσο η μελέτη της ετερότητας είναι απαραίτητη για την ερμηνεία της σύγχρονης περιρρέουσας ατμόσφαιρας, άλλο τόσο ωφέλιμη αποβαίνει και για την ανάδειξη του ιστορικού πλαισίου μιας εποχής. Αυτή η σύζευξη συμπερασμάτων ψυχολογίας και ανθρωπολογίας συνιστά μια θεωρητική βάση, η οποία εφαρμόζεται σε επίπεδο συλλογικότητας, από παλιά, ως μέθοδος προσέγγισης φυλών, εθνοτήτων, κοινοτήτων.

Στα χρόνια ακόμη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, κάμποσοι ευρωπαίοι περιηγητές, παρακινημένοι κατά το μάλλον από τις κυβερνήσεις τους ή από μια τάση εξωτισμού (επιθυμία να γνωρίσουν το άγνωστο σε τόπους ερεθιστικούς για τη φαντασία και την περιέργεια), η οποία λίγες φορές είχε να κάνει με καθαρά ανθρωπιστικά κίνητρα, συμπεριέλαβαν στα ημερολόγιά τους επισκέψεις στην Τσαριτσάνη, εκδίδοντας κατόπιν τις ταξιδιωτικές τους εντυπώσεις. Τα κείμενά τους για την περιοχή μας και τους κατοίκους της τον 19ο συνιστούν αφενός μια διαφορετική οπτική του παρελθόντος μας, μια ξένη ματιά, αποστασιοποιημένη από την εμπάθεια ενός ιθαγενούς, αποτυπώνουν αφετέρου εν πολλοίς τον ευρωπαϊκό τρόπο αντίληψης της κατάστασης στον κυριαρχούμενο ελληνικό χώρο, εξηγώντας αρκετά για την μετέπειτα αντιμετώπισή μας από τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Ο Γ. Αδάμου στο βιβλίο Η Τσαριτσάνη παραθέτει λίστα ευρωπαίων περιηγητών καθώς και αποσπάσματα από καταγραφές τους, προερχόμενες είτε από αυτοψία της περιοχής είτε από συγκέντρωση έμμεσων πληροφοριών γι’ αυτήν. Σε πρόσφατη ιστορικο-λαογραφική εργασία μου για το λοιμό του 1813, οι παραπάνω καταγραφές, εμπλουτισμένες σε περιεχόμενο και τεκμηρίωση από το 4τομο έργο του Κυριάκου Σιμόπουλου, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα και τις κατά καιρούς μεταφράσεις περιηγητικών έργων στο Θεσσαλικό Ημερολόγιο του Κώστα Σπανού, αποτέλεσαν πολύτιμη πηγή στοιχείων για την κατάσταση της κωμόπολής μας πριν και μετά το ξέσπασμα της επιδημίας. Εν τούτοις αξίζει μια πιο ενδελεχή μονογραφία το φαινόμενο του περιηγητισμού στην Τσαριτσάνη (1) και προς αυτή την κατεύθυνση φιλοδοξεί να συμβάλει το παρόν άρθρο, στο οποίο θα περιοριστώ σε ορισμένες παρατηρήσεις πάνω στις σχετικές ταξιδιωτικές αναφορές του 19ου αιώνα :

Ο άγγλος William Martin Leake (14.1.1777-6.1.1860) πήρε άριστη ελληνική κλασική μόρφωση στην πατρίδα του, γνώριζε την νεοελληνική, ήταν φιλάρχαιος, τοπογράφος και γεωγράφος αρχαιοτήτων. Σε νεαρή ηλικία έγινε αντισυνταγματάρχης πυροβολικού του αγγλικού στρατού. Έκανε δυο ταξίδια στην Ελλάδα, στα 1805-7 και 1808-10, εκτελώντας ειδική υπηρεσία της αγγλικής κυβέρνησης. Από τα έργα του (Έρευναι εν Ελλάδι, 1814, Τοπογραφία Αθηνών, 1821, Ιστορική περιγραφή της Ελληνικής Επανάστασης με κάποιες σημειώσεις για την παρούσα κατάσταση προβλημάτων στη χώρα, 1825, Ταξίδια εν Μωρέα, 1830, Ελληνικά νομίσματα, 1854, μας ενδιαφέρει το Travels in Northern Greece (Ταξίδια στη βόρεια Ελλάδα), 1835, 4τομο με 600 σελίδες/τόμο.

Στο πρώτο του ταξίδι βρέθηκε στην Τσαριτσάνη (9.12.1806) κατεβαίνοντας από το Λιβάδι. Ανεβάζει τον αριθμό των σπιτιών της σε 700-800 (διπλάσια της Ελασσόνας) και χαρακτηρίζει την πόλη ελληνική (η διοικητική της αυτονομία δεν επέτρεπε φρουρά και συνεπώς ύπαρξη τεμένους για τις θρησκευτικές της ανάγκες, με αποτέλεσμα να είναι ελάχιστες οι μουσουλμανικές οικογένειες). Αναφέρεται στη ‘σλαβωνική’ ετυμολογία του τοπωνυμίου της, στην παραγωγή και βαφή βαμβακερών και μεταξωτών υφασμάτων (Τσαριτσάνη και Τύρναβος παράγουν από 115 κ. νήμα ημερησίως), στο εξαγωγικό της εμπόριο με τη Γερμανία, ενώ αποδίδει τα σημάδια της παρακμής στις συνέπειες της διοίκησης του Αλή πασά. Σημειωτέον ότι κατά το χρόνο επίσκεψης του Leake, σχολάρχης των εκπαιδευτηρίων Τσαριτσάνης (1805-7) ήταν ο Κωνσταντίνος Οικονόμος.

Στο δεύτερο πέρασμά του από την περιοχή, στις 3 Δεκ. 1809, αυτή τη φορά με κατεύθυνση από Λάρισα προς Τύρναβο, ο Leake δεν πέρασε απ’ την Τσαριτσάνη, σημειώνει όμως δύο ενδιαφέροντα στοιχεία :α) «η Τζαρίτζενα είναι η θεσσαλική πόλη με την μεγαλύτερη ακμή μετά τα Αμπελάκια», κάτι που σημαίνει ότι στην ενδιάμεση τριετία 1806-9 οι ρυθμοί ανάπτυξής της υπερκέρασαν την εφάμιλλη τυρναβίτικη ανάπτυξη, β) οι δημογέροντες της Τσαριτσάνης κατάφεραν, με χρηματισμό του Αλή πασά, να αποσπάσουν διαταγή του, η οποία απαγόρευε την φιλοξενία θεαμάτων με παιδιά-χορευτές στην πόλη. Η μουσουλμανική ηδυπάθεια γενίτσαρων, Τούρκων και Αλβανών για τέτοιου είδους διασκεδάσεις είχε φέρει σε πολύ δύσκολη θέση τόσο τους Τσαριτσανιώτες, οι οποίοι κινδύνευαν από τις παρεκτροπές των αχαλιναγώγητων μεθυσμένων, όσο και τα ίδια τα παιδιά. Με την επιβολή της απαγόρευσης οι ομάδες των ‘διασκεδαστών’ αναγκάστηκαν να καταφεύγουν συχνότερα στον Τύρναβο, γεγονός που προκάλεσε την αγανάκτηση των ελλήνων κατοίκων του.

Σχεδόν 24 χρόνια μετά το πέρασμα του Leake, ένας άλλος συμπατριώτης του εμφανίστηκε στα μέρη μας, ο David Urquhart (1805-1877). Μορφωμένος κι αυτός σε Αγγλία και Ευρώπη, έφθασε στην Ελλάδα στις αρχές του 1827. Πολέμησε ως αξιωματικός του ναυτικού και τραυματίστηκε στις επιχειρήσεις της Χίου, ενώ ο αδελφός του Charles σκοτώθηκε (Μάρτιο του 1828) στις επιχειρήσεις της Γραμπούσας. Τις εντυπώσεις των περιηγήσεών του εξέδωσε στο δίτομο έργο του Το Πνεύμα της Ανατολής, 1839, μέσα στο οποίο υπάρχει η πλέον εκτενής –σε σύγκριση με όλες τις υπόλοιπες άλλες– αναφορά για τον τόπο μας. Σε αντίθεση με τον προπορευθέντα ‘συνάδελφό ‘ του, ο οποίος στα ταξίδια του συνοδευόταν από τούρκο καβάση (σωματοφύλακα) και επιδείκνυε στους προεστούς των πολισμάτων που επισκεπτόταν μπουγιουρντί του Αλή πασά, ο Urquhart σκεφτόταν αλλιώς. Προτίμησε την κατά μόνας περιήγηση, χωρίς προκλητική ακολουθία, ώστε να μη γίνει στόχος των ληστών που ενδημούσαν στα περάσματα (δερβένια) και ήταν ο φόβος και τρόμος κάθε ταξιδιώτη. Τελικά, στην εξόρμησή του για να γνωρίσει τους ορεσίβιους του Ολύμπου, τέλη Ιουλίου 1830, δεν απέφυγε τη συνοδεία ενός άνδρα μεγαλωμένου και εκπαιδευμένου στην Τσαριτσάνη αλλά ξενιτεμένου επί 12ετία στη Λάρισα (με τους 30 μιναρέδες), πόλη απ’ την οποία έγινε η αναχώρησή τους.

Το περιγραφόμενο τοπίο, μπαίνοντας στη Τσαριτσάνη από τα υψώματα της Μελούνας, ξεγελά αρχικά τους επισκέπτες «Λεύκες, μουριές και αμπέλια είναι σκορπισμένα ολόγυρα…ένα είδος μουριάς, από την Τίρνα της Βουλγαρίας, βρίσκεται δεξιά μας…Οι στέγες ξεφυτρώνουν η μία πάνω από την άλλη και με τις φυλλωσιές, που μπερδεύονται ανάμεσά τους, δίνουν στο τοπίο έναν αέρα αρχοντιάς. Περάσαμε ανάμεσα από αμπέλια πνιγμένα στα αγριόχορτα και ανάμεσα από πλούσιες φυτείες με μουριές, τις οποίες μόλις πριν 20 μέρες πρέπει να είχαν κλαδέψει…μου φάνηκε πως αυτή [η πόλη] είχε ξεφύγει από την εικόνα της ερήμωσης, την οποία τώρα τελευταία έβλεπα συνήθως», στη συνέχεια όμως διαγράφεται εντελώς διαφορετικό απ’ αυτό που συνάντησε ο Leake. Τα πάντα φανερώνουν μιζέρια και εγκατάλειψη, ώστε ακόμη και ο συνοδός τού Urquhart δυσκολεύεται ν’ αναγνωρίσει την προ 12ετίας πατρίδα του : εξαφανισμένες κατοικίες, κατεστραμμένα αρχοντικά, ερειπωμένα σπίτια, απώλειες νέων ανθρώπων εξαιτίας του λοιμού και των συνεχών λεηλασιών από επιδρομές Αρβανιτών.

Ο περιηγητής συναντήθηκε με δύο πρόσωπα της Τσαριτσάνης : έναν λογιώτατο, δάσκαλο του συνοδού του (η ταυτότητά του παραμένει άγνωστη), και έναν ιδιόμορφο δημογέροντα-φιλόσοφο, τον οποίο ο άγγλος επισκέπτης αποκαλεί «Διογένη» (ο Αρ. Σταυρόπουλος εικάζει ότι πρόκειται είτε για τον Άρχοντα Λογοθέτη Ιωάννη Στατήρη είτε για τον προύχοντα Χατζη Κυρίτζη Χατζη Στάικο). Ο τελευταίος εντυπωσίασε τον Urquhart με τις απόψεις του και την αξιοπρεπέστατη στάση του παρά την αθλιότητα που κυριαρχούσε γύρω του, ενώ προσφέρθηκε και να συνοδεύσει τον ξένο επισκέπτη στον Όλυμπο. Ο ενθουσιασμός του «Διογένη» καθ’ όλη την πορεία προς το βουνό των θεών (απαγγελία Ομήρου, τραγούδισμα επαναστατικών τραγουδιών), οι σκληρές επικρίσεις για συμπατριώτες του που συναντούσε (γίνονταν σιωπηρά αποδεκτές), αποκάλυψαν στον περιηγητή, πίσω απ’ τον φαινομενικό ξεπεσμό, μια άλλη πτυχή του ελληνισμού· αυτή που δεν επαιτεί ούτε μεμψιμοιρεί, αυτή που αντιστέκεται στη φθορά και την υποτέλεια.

Ανάμεσα στα θέματα που κουβέντιασε ο Urquhart με τους δύο Τσαριτσανιώτες ήταν και ο απόηχος του περάσματος του συνταγματάρχη Leake, ο οποίος στην Αγγλία θεωρούνταν αυθεντία πάνω σε ζητήματα που αφορούσαν την Ελλάδα. Τότε βρήκε την ευκαιρία ο «Διογένης» να εκφράσει την οργή του για τον σκαιό και προσβλητικό τρόπο του άγγλου αξιωματούχου στα 1806 : ήρθε με σωματοφύλακα, θεώρησε υποτελείς τού Αλή τους Τσαριτσανιώτες και προχώρησε σε μια σειρά ερωτήσεων, χωρίς καν να γνωριστεί και να εξοικειωθεί μαζί τους με βάση το ελληνικό εθιμοτυπικό. Τόσο άσχημη εντύπωση σχημάτισε ο τσαριτσανιώτης λόγιος, ώστε τοποθέτησε στην είσοδο των Τεμπών, μετά το πέρασμα του Leake, επιγραφή, ως εκδήλωση αγανάκτησης για τον βόρειο επισκέπτη. Ο Urquhart την παραθέτει αυτούσια(;), σε αρχαιοπρεπή γλώσσα, καταλήγοντας σε μια πολύ σημαντική διαπίστωση για όσους προσπαθούν να αποκομίσουν οφέλη από τους άλλους, αγνοώντας τις ιδιαιτερότητές τους : «Μια ελαφριά απόκλιση από τις συνήθειες και την ‘ετικέτα’ του τόπου, μπορεί να ζημιώσει έναν ξένο περισσότερο απ’ όσο μια έκφραση οποιασδήποτε αντίληψης, οσοδήποτε προσβλητική κι αν είναι…Καταχώρησα αυτή την ασυγκράτητα εκφραστική εκδήλωση [την επιγραφή], σαν ένα αξιοσημείωτο και ιδιόμορφο παράδειγμα αυτής της ευαισθησίας, που ακόμη και για έναν άνθρωπο που διατρέχει για χρόνια την Ανατολή [Leake] μπορεί να μη γίνει αντιληπτή· έτσι μπορεί να μένει σε παρόμοια άγνοια των αιτίων για ό,τι βλέπει, των πραγμάτων που βλέπει, των αντιδράσεων που προκαλεί ή των αποτελεσμάτων που ήταν η αιτία τους».

(1) Παράδειγμα σχετικής εργασίας πάνω στο θέμα έδωσε ο Αριστοτέλης Σταυρόπουλος, «Ένα άγνωστο επεισόδιο και μια ελληνική μαρτυρία για το πέρασμα του Leake από την Τσαριτσάνη της Θεσσαλίας», Μνήμων, 8(1980-2).

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Αναγνώστης Ευαγγ. Παπακυπαρίσσης
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στην εφημερίδα "ΤΣΑΡΙΤΣΑΝΗ", φύλλο 115- ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2010

ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ

Powered By Blogger

  © Blogger templates Palm by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP